"Δεν μπορώ να φύγω. Σας παρακαλώ, βοηθήστε με να μάθω να μένω χωρίς να πονάω τόσο."
Αυτά τα αιτήματα είναι πολύ συνηθισμένα για όσους έρχονται σε επαφή με ανθρώπους που έχουν βιώσει κακοποιητικές καταστάσεις. Κι αν σε κάποιους ενστικτωδώς γεννιέται η απορία του γιατί το αίτημα είναι «βοηθήστε με να μείνω και όχι βοηθήστε με να φύγω», για όλους όσους εργάζονται σε χώρους ψυχικής υγείας δεν αποτελεί καμία έκπληξη ο τρόπος διατύπωσης αυτής της πρότασης.
Ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, οι άνθρωποι που έχουν εμπλακεί σε κακοποιητικές σχέσεις ζουν και βιώνουν μια δική τους μοναδική πραγματικότητα. Συμπτώματα όπως, η σταδιακή ψυχική εξουθένωση, η έλλειψη αυτοεκτίμησης και αυτοσεβασμού, η έντονη αίσθηση προσωπικής ενοχής, ακόμα και η απώλεια ταυτότητας είναι συνηθισμένα και βιώνονται ως μια μαθημένη καθημερινότητα από την οποία, αυτός που υφίστανται την κακοποίηση, είναι σχεδόν αδύνατο να απεμπλακεί.
Οι «Σχέσεις Συνεξάρτησης», όπως είναι ευρέως γνωστές, αποτελούν ένα σαγηνευτικό τανγκό ανάμεσα σε δύο μέρη, τον συνεξαρτώμενο και τον θύτη.
Τα πρώτα, είναι συνήθως άτομα με υψηλή ενσυναίσθηση, που έχουν μάθει να παίζουν στη ζωή τον ρόλο του σωτήρα, να απλώνουν το χέρι περιμένοντας ελάχιστα ως ανταπόδοση και που επιμένουν να θέλουν να δουν την καλή πλευρά των άλλων ακόμα κι αν αυτή δεν υπάρχει. Στον αντίποδα, όσοι έχουν μάθει να χειραγωγούν, να υποτιμούν και να εκφράζονται μέσα από παθητικο-επιθετικές συμπεριφορές, είναι άνθρωποι που στην πραγματικότητα δεν βίωσαν ποτέ την αγάπη με αληθινούς όρους. Στο δίπολο δούναι και λαβείν, κατήργησαν το πρώτο μέρος γιατί δεν έμαθαν ποτέ να εμπιστεύονται, παραμόνο με όρους και προϋποθέσεις. Το κυνήγι μιας διαρκούς επιβεβαίωσης από τους άλλους έγινε αυτοσκοπός τους στην κλίμακα της αξίας τους και η έλλειψη ενσυναίθησης έγινε η ασπίδα τους προς έναν κόσμο, που έμαθαν να τον αξιολογούν υπό το πρίσμα της απειλής, της εξαπάτησης και της εκμετάλλευσης.
Σε αυτόν τον χορό μεταξύ των δύο συντρόφων, ο πρώτος είναι πάντα ο αρωγός ενώ ο δεύτερος θα είναι πάντα ο εκμεταλλευτής.
- «Κάποια στιγμή θα καταλάβει ότι τον/την αγαπάω αληθινά και θα αλλάξει»
- «Μα, υπάρχουν στιγμές που είναι καλός/καλή μαζί μου»,
- «Κάτι μάλλον θα κάνω λάθος κι εγώ, δεν είμαι αρκετά ικανός/ικανή να τον/την κρατήσω».
Στον φαύλο αυτόν κύκλο, το πρόσωπο που βιώνει κακοποιητικές συμπεριφορές δίνει ένα ολόκληρο καρβέλι για να πάρει πίσω ψίχουλα. Και όσο παράλογο κι αν ακούγεται, με τον καιρό μαθαίνει να αρκείται στα ψίχουλα αυτά και να εντείνει ολοένα και πιο εντατικά τις προσπάθειές του για να υποκινήσει το άλλο μέλος να του τα παραχωρήσει οικειοθελώς. Αν μπορούσαμε να δούμε τη ζωή αυτών των ζευγαριών μέσα από μία κλειδαρότρυπα, θα παρατηρούσαμε πως η ζωή τους είναι σαν το τυχερό παιχνίδι του κουλοχέρι σε ένα καζίνο. Ο συνεξαρτώμενος κάθεται καρτερικά μπροστά στο μηχάνημα και ποντάρει κάθε φορά όλο και περισσότερο χρόνο, ενέργεια, ψυχική διάθεση και κομμάτια του εαυτού του περιμένοντας αγωνιωδώς να έρθει εκείνη η στιγμή που το μηχάνημα, ΤΥΧΑΙΑ, θα σχηματίσει την μαγική τριάδα ώστε να πάρει πίσω έστω και ψήγματα αγάπης.
Όταν η προσπάθεια αποσύρεται και το συνεξαρτώμενο μέλος υποχωρεί εξουθενωμένο, ο «θύτης» μετατρέπεται ξαφνικά στο χρυσό τζακ ποτ και παρασύρει τον/ην συνεξαρτώμενο/η, που είναι τόσο διψασμένος/η για αγάπη και κατανόηση, σε ένα καινούργιο αλλά πολύ γνώριμο τανγκό, ενεργοποιώντας έναν νέο κύκλο κακοποίησης, ακόμη πιο επώδυνο.
Ο άνθρωπος που υφίστανται την επώδυνη κακοποιητική συμπεριφορά προκειμένου να σπάσει αυτήν την αλυσίδα και να απελευθερωθεί από τα δεσμά του δυνάστη του, οφείλει αρχικά να αποδεχτεί και να αναγνωρίσει πως ο δυνάστης θα αποτελεί για πάντα ένα τρύπιο καλάθι, που όσο κι αν ο ίδιος επιθυμεί να το γεμίσει με τα καλύτερα και τα πιο σπάνια αγαθά, αυτό θα παραμένει για πάντα τρύπιο και ανίκανο να γεμίσει.
Για να μετατοπιστεί η ανάγκη και να αλλάξει το αρχικό αίτημα από «βοηθήστε με να μείνω και να αντέξω» σε «βοηθήστε με να φύγω», ο εμπλεκόμενος χρειάζεται να απευθυνθεί σε έναν ειδικό ψυχικής υγείας και να συνειδητοποιήσει πως το πρώτο βήμα για μια τέτοια αλλαγή έγκειται στο να αποκαταστήσει μέσα του την γνωστική και ψυχική διαστρέβλωση πως ο ίδιος είναι πολύ λίγος ή δεν αξίζει για τον/την σύντροφό του/της.
«Αξίζω πολλά περισσότερα από αυτά που μπορείς εσύ να μου προσφέρεις».
Ίσως αυτή να είναι η πολυπόθητη παραδοχή, που τελικά οδηγεί στην ολοκληρωτική απελευθέρωση.