Ποιο είναι το “Modus Operandi” των παιδόφιλων

Όσο οι ημέρες παιρνούν, γινόμαστε όλοι μάρτυρες ενός ντόμινο αποκαλύψεων αναφορικά με υποθέσεις παιδικής παιδεραστίας, κακοποιητικών συμπεριφορών, σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κυκλωμάτων βιαστών. Και ενώ όλοι αναγνωρίζουν πως πρόκειται για πράξεις ειδεχθείς, που παραβιάζουν κάθε δικαίωμα στη ζωή, την αυτοδιαχείριση του σώματος και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τα ερωτήματα που καλούν για άμεσες απαντήσεις στρέφονται γύρω από το ποιο είναι το προφίλ των παιδόφιλων και πώς μπορεί να κατασταλεί η δράση τους και οι απάνθρωπες ενέργειές τους εις βάρος αθώων ανήλικων ψυχών. Κάνοντας μία προσπάθεια να σκιαγραφήσουμε τον τρόπο που οι παιδόφιλοι δρουν (modus operandi), ίσως έρθουμε ένα βήμα πιο κοντά στο πού οφείλουμε να στρέψουμε τις ενέργειές μας, προκειμένουμε να σταματήσουμε να μιλάμε για καταστολή και να ανοίξουμε ένα διάλογο γύρω από την πρόληψη.


Οι παιδόφιλοι είναι άντρες και γυναίκες, μητέρες και πατέρες. Συγγενείς, φίλοι ή γείτονες. Πρόσωπα από όλα τα κοινωνικά στρώματα. Πρόσωπα που χρησιμοποιούν την εξουσία ως κάλυμμα. Άνθρωποι με διαστρεβλωμένη οπτική που επιθυμούν να κυριαρχήσουν και να εκφράσουν ολοκληρωτικό έλεγχο πάνω στα θύματά τους. Σκοπός τους είναι να ικανοποιούν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους για σκληρή και απάνθρωπη ηδονή και ψυχαγωγία και/ή για απληστία και χρήματα, εάν οι δράστες εκμεταλλεύονται τα θύματά τους μέσω του εμπορίου «σεξ» ή/και της παιδικής πορνογραφίας.


Αναγνωρίζοντας πως οι παιδόφιλοι δρουν σε πολλαπλά επίπεδα, θα εξετάσουμε το modus operandi τους μέσα από τρεις βασικούς άξονες: τις γνωστικές στρεβλώσεις του δράστη, τη δράση του στην κοινωνία και τέλος, την προσέγγιση προς το παιδί/θύμα.

Γνωστικές Στρεβλώσεις Δράστη

Η πρώτη κατηγορία, αφορά τον τρόπο που ο δράστης επιλέγει να προχωρήσει σε γνωστικές στρεβλώσεις της πραγματικότητας, προκειμένου να εμπλακεί με τα θύματα του χωρίς να αισθάνεται ενοχές, λύπη, αποτροπιασμό ή μεταμέλεια γι’ αυτά. Οι μηχανισμοί που κινητοποιεί στην περίπτωση αυτή, περιλαμβάνουν τη διατήρηση από πλευράς του μιας στάσης ανωτερότητας έναντι των θυμάτων, την ενοχοποίηση του θύματος και τη μετατόπιση ευθυνών σε αυτό. Επιλέγοντας να αντιμετωπίζει το θύμα ως αντικείμενο, μια συμπεριφορά που ονομάζεται «αντικειμενοποίηση», αποσκοπεί στο να εκμεταλλευτεί σεξουαλικά αθώα άτομα, χωρίς να αισθάνεται ενοχές ή τύψεις. Έτσι, προτιμά να αναφέρεται στο θύμα ως μη πρόσωπο, συχνά χρησιμοποιώντας την αντωνυμία «αυτό» αντί του ονόματος του. Η στάση του αυτή συμβάλλει στο να εξασφαλίσει πως η ευθύνη θα μεταφερθεί στο θύμα, διασφαλίζοντας πως ο ίδιος θα αποφύγει οποιαδήποτε συναισθηματική εμπλοκή που πιθανόν να εγείρει αισθήματα ντροπής, αναξιότητας ή ενοχής. Επιπλέον, οι δικαιολογίες που παρέχει στον εαυτό του αναφορικά με κακοποιητικές συμπεριφορές που μπορεί να έχει υποστεί ο ίδιος, αποσκοπούν στο να ενισχύσουν την πεποίθησή του πως ο ίδιος δεν είναι υπεύθυνος για τον πόνο που προκαλεί.


Δράση στην Κοινωνία

Το «Modus Operandi» των θυτών παρατηρείται και μέσα από τη δράση τους σε κοινωνικό επίπεδο καθώς είναι υψίστης σημασίας για τους ίδιους, να οικοδομήσουν μια ιδανική εικόνα, την οποία θα χρησιμοποιούν ως «βιτρίνα» για τη διπλή ζωή τους. Πιο συγκεκριμένα, περιβάλλοντας τους εαυτούς τους με ανθρώπους επιφανείς,που χαίρουν δημόσιας εκτίμησης και κοινωνικής αποδοχής και κερδίζοντας την εμπιστοσύνη τους, οι παιδόφιλοι μπορούν να κρύψουν τις βλαβερές και σκληρές προθέσεις τους. Γίνονται ακόμα πιο αόρατοι καθώς εκμεταλλεύονται και οικειοποιούνται τις καλές προθέσεις των άλλων ως κάλυμμα.

Ένα πολύ σημαντικό μέρος του προφίλ των δραστών αποτελεί επίσης, η καταχρηστική παιδόφιλη εξουσία ενηλίκων, ιδιαίτερα όταν έρχεται μεταμφιεσμένη σε πολλές μορφές και σε οικεία για το παιδί πλαίσια, όπως ο οικογενειακός φίλος, ένας γείτονας ή ο καθηγητής, ο γιατρός ή ακόμη και ο γονέας. Η εξουσία που ενυπάρχει σε έναν επαγγελματικό ρόλο (δάσκαλος) και η ενηλικιότητα (γονέας-παιδί), χρησιμοποιούνται συχνά, με σκοπό να συγκαλύψουν τα παιδοφιλικά σχέδια, καθώς ο παιδόφιλος είναι σε θέση να χειραγωγήσει, εκφοβίσει και να κακοποιήσει σεξουαλικά το ανήλικο θύμα του, εκμεταλλευόμενος με αθέμιτο τρόπο την εξουσία που διαθέτει στη σχέση ενήλικα-παιδιού.

Είναι εξαιρετικά σημαντικό να τονίσουμε, πως η δράση των παιδόφιλων διατρέχεται από μεθοδικό προγραμματισμό, ο οποίος περιλαμβάνει τη διαμονή σε τοποθεσίες όπου συχνάζουν παιδιά (σχολείο) και την εργασία με περιθωριοποιημένα και ευάλωτα παιδιά μονογονεϊκών οικογενειών, παιδιά μεταναστών ή παιδιά που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, κάτι που τους επιτρέπει ευκολότερη πρόσβαση και μειωμένες πιθανότητες αποκάλυψης της δράσης τους, καθώς η γονική μέριμνα είτε είναι μειωμένη είτε απουσιάζει εντελώς.


Προσέγγιση προς το Παιδί/Θύμα

Σκιαγραφώντας το προφίλ των παιδόφιλων, καλούμαστε να συμπεριλάβουμε και τα μέσα που χρησιμοποιούν ως προς την χειραγώγηση και προσέλκυση των επίδοξων θυμάτων τους. Οι παιδόφιλοι επιλέγουν σκόπιμα τα θύματά τους σύμφωνα με τις προσωπικές τους προτιμήσεις, ανά συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες, ανά φύλο ή με συγκεκριμένα φυσικά χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, παιδόφιλοι μπορεί να στοχεύουν σε βρεφικές ή νηπιακές ηλικίες, όπου η κακοποίηση δεν θα μπορεί να αποκαλυφθεί από το θύμα λόγω της μη ολοκληρωμένης ανάπτυξης λεκτικής επικοινωνίας.

Οι δράστες συνήθως, τείνουν να προσεγγίζουν τα παιδιά σταδιακά και με απότερω σκοπό να χτίσουν μια σχέση εμπιστοσύνης μαζί τους. Προκειμένου να επιτύχουν αυτούς τους διεστραμμένους σκοπούς, επιδίδονται στην επιστράτευση ποικίλων τακτικών, όπως τεχνικές «Luring-in» (δελεάσματος), τιμωρίας και στέρησης. Οι στρατηγικές αυτές προκαλούν στο παιδί ολική αποσταθεροποίηση μέσω της σύγχυσης που συνοδεύει τα συναισθήματα φόβου, τρόμου και φρίκης που βιώνει. Απώτερος σκοπός του παιδεραστή είναι το παιδί να εκλάβει τη σεξουαλική κακοποίηση ως φυσιολογική, ώστε να μην αντιστέκεται σε αυτήν και να μην την αποκαλύψει. Για το λόγο αυτό, οι παιδόφιλοι διδάσκουν στο παιδί μια διαστρεβλωμένη γλώσσα όπου χρησιμοποιούν παραπλανητικούς όρους όπως «τέρας», «γλειφιτζούρι» αναφερόμενοι στο πέος ή εκφράσεις όπως «κάνω αυτό γιατί σ’αγαπώ» ή «είναι για το καλό σου». Επιπλέον, σε περιπτώσεις όπου το παιδί εκδίδεται από το θύτη με σκοπό την οικονομική του εκμετάλλευση, η παρουσία πολλών δραστών αυξάνει τη θυματοποίηση, καθώς αναγκάζει το παιδί/θύμα να συμμορφωθεί απλώς και μόνο επειδή οι δράστες είναι υπεράριθμοι.

Στις τεχνικές «Luring-in» (δελεάσματος), τιμωρίας και στέρησης, οι παιδόφιλοι ακολουθούν μια κλιμακωτή δράση όπου όσο το παιδί αντιστέκεται, η στάση του θύτη γίνεται πιο σκληρή εώς αποτρόπαια. Τέτοιες στρατηγικές περιλαμβάνουν την παρουσία του δράστη στις καθημερινές δραστηριότητες του παιδιού, το μη παρεμβατικό άγγιγμα αλλάζοντας το σταδιακά σε σεξουαλικό άγγιγμα, την απομόνωση του παιδιού σε γεωγραφικά οικεία για το παιδί μέρη που δεν μεταφράζονται ως απειλητικά. Μια τεχνική δελεάσματος θεωρείται και ο ρόλος που ο δράστης ισχυρίζετα πως έχει αναλάβει προκειμένου να διδάξει στο παιδί/νέο για το σεξ. Επίσης, η σκόπιμη χορήγηση ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ από τον παιδόφιλο στα παιδιά, μειώνει την αντίσταση του θύματος και αυξάνει την ευαλωτότητά του στη θυματοποίηση.
Στις στρατηγικές τιμωρίας και στέρησης η κλιμάκωση της συμπεριφοράς του δράστη είναι πλέον εμφανής, καθώς οι παιδόφιλοι επιδιώκουν να κρατήσουν το θύμα τους παγιδευμένο. Εδώ συγκαταλέγονται εκφοβισμοί, απειλητικές δηλώσεις όπως «Θα σε σκοτώσω αν το πεις», συναισθηματικός εκβιασμός, αύξηση της σεξουαλικής και σωματικής βίας, πράξεις στέρησης φαγητού, νερού ή ύπνου προς το παιδί, ή πράξεις που έχουν σκοπό να προκαλέσουν υποβάθμιση και ταπείνωση στο παιδί.


Παρεμβάσεις

Λαμβάνοντας υπόψιν πως η δράση των παιδεραστών έχει ως αφετηρία της τη διείσδυση του παιδόφιλου στο οικογενειακό πριβάλλον του παιδιού και την έμμεση παράκαμψη του, οφείλουμε να ενεργοποιήσουμε μηχανισμούς και παρεμβάσεις που να κινητοποιούν τους γονείς, τους φροντιστές ή τους υπεύθυνους για το παιδί ενήλικες, προς μια κατεύθυνση άγρυπνης φροντίδας και επαγρύπνησης σχετικά με την προστασία του παιδιού και τη διασφάλιση της ψυχικής και σωματικής ευημερίας του. Οι παρακάτω προτάσεις δράσεων στοχεύουν στην ενημέρωση και ενδυνάμωση των γονέων, ώστε να γνωρίζουν σε βάθος, πώς μπορούν να προστατέψουν τα παιδιά τους, ασκώντας παράλληλα τα γονεϊκά τους καθήκοντα με συνέπεια και γνώση.

Κάποιες ενδεικτικές δράσεις είναι οι εξής:

  • Μαθαίνω στο παιδί από μικρή ηλικία να διατηρεί μια υγιή σχέση με τον εαυτό του.
  • Αναφέρομαι στα μέρη του σώματος με το όνομά τους και όχι με υπαινικτικό τρόπο ή με αυθαίρετες ορολογίες.
  • Λαμβάνω ενεργή μέριμνα για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση του παιδιού μου. Το ενημερώνω για έννοιες όπως η ισότητα των φύλων, ο σεβασμός στη σεξουαλική πράξη και η υγιής σεξουαλικότητα.
  • Του μιλάω για την έννοια της συναίνεσης και πως μπορεί να πει ΟΧΙ σε οτιδήποτε δεν επιθυμεί.
  • Αναφέρω πως οι σχέσεις υπάρχουν κατά μήκος μιας συνέχειας, που μπορεί να είναι υγιείς, παράνομες ή να βασίζονται σε κακία και του διδάσκω πως οι υγιείς σχέσεις βασίζονται στον σεβασμό των ορίων και την αυτοδιάθεση του σώματος.
  • Επενδύω στη δημιουργία σχέσης εμπιστοσύνης με το παιδί μου ώστε να νιώθει ασφάλεια να μου επικοινωνήσει οτιδήποτε το φέρει σε δύσκολη θέση.
  • Εκπαιδεύομαι στον ανοιχτό διάλογο και στην ενεργητική ακρόαση ώστε το παιδί μου να αισθάνεται πως μπορεί να μου μιλήσει ανοιχτά, να μην σιωπήσει και να νιώσει πως θα γίνει κατανοητό και αποδεκτό.
  • Αν παρατηρήσω πως κάτι δεν πηγαίνει καλά στη συμπεριφορά του παιδιού μου, δεν διστάζω να κάνω ερωτήσεις.
  • Παρατηρώ το σώμα του παιδιού μου και του εξηγώ πώς, πότε, ποιοι, για ποιο λόγο και σε ποια σημεία επιτρέπεται να το αγγίζουν πέρα από τους γονείς του.
  • Χρησιμοποιώ ψυχοεκπαιδευτικό υλικό κατάλληλο για την ηλικία του παιδιού και το γνωστικό του επίπεδο (παραμύθια, ταινίες, ζωγραφιές, εικόνες) για να κατανοήσει καλύτερα τη σημαντικότητα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, του σώματος, των ορίων του και των επιτρεπτών ή μη συμπεριφορών.
  • Ειμαι σε επαφή με τους εκπαιδευτικούς του παιδιού, τον γιατρό του και άλλους στο πεδίο δράσης του, ώστε αν παρατηρήσουν κάτι να ενημερωθώ και να δράσω άμεσα.
  • Ενημερώνω το παιδί πως υπάρχουν ένα ή δύο πρόσωπα αναφοράς, στα οποία μπορεί να απευθυνθεί με ασφάλεια και χωρίς να αισθάνεται ντροπή ή ενοχές αν του συμβεί κάτι.
  • Φροντίζω να ενημερώνομαι σχετικά με τον κύκλο φίλων ή γνωστών του παιδιού μου, να γνωρίζω πού βρίσκεται και να μπορώ να επικοινωνήσω μαζί του.
  • Θέτω όρια και περιορισμούς στη χρήση των υπολογιστών και κινητών καθώς και των social media ή/και των εφαρμογών που χρησιμοποιεί το παιδί μου και είμαι ενήμερος/η αναφορικά με τη δράση του στο διαδίκτυο και τις επαφές του.
  • Φροντίζω το παιδί μου να μην περνάει χρόνο μόνο του με ανθρώπους που δεν εμπιστεύομαι και δεν έχω γνωρίσει.

Όταν το παιδί/έφηβος μαθαίνει με τη βοήθεια του γονέα/φροντιστή του, να αναπτύσει μηχανισμούς αυτοπροστασίας απέναντι σε οποιαδήποτε ανεπιθύμητη προσπάθεια παραβίασης των ορίων του σώματος και της ψυχής του, η καθολική δήλωση που απηχεί τόσο την ενοχή όσο και την αλαζονεία του παιδεραστή και στην οποία έχει συμμορφωθεί γενικά η κοινωνία:

«Κανείς δεν θα σε πιστέψει ποτέ αν το πεις!»

δεν θα μπορεί να αποτελεί πλέον κάλυψη για καμία αρρωστημένη ενέργεια.

Όσο οι ημέρες παιρνούν, γινόμαστε όλοι μάρτυρες ενός ντόμινο αποκαλύψεων αναφορικά με υποθέσεις παιδικής παιδεραστίας, κακοποιητικών συμπεριφορών, σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κυκλωμάτων βιαστών. Και ενώ όλοι αναγνωρίζουν πως πρόκειται για πράξεις ειδεχθείς, που παραβιάζουν κάθε δικαίωμα στη ζωή, την αυτοδιαχείριση του σώματος και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τα ερωτήματα που καλούν για άμεσες απαντήσεις στρέφονται γύρω από το ποιο είναι το προφίλ των παιδόφιλων και πώς μπορεί να κατασταλεί η δράση τους και οι απάνθρωπες ενέργειές τους εις βάρος αθώων ανήλικων ψυχών. Κάνοντας μία προσπάθεια να σκιαγραφήσουμε τον τρόπο που οι παιδόφιλοι δρουν (modus operandi), ίσως έρθουμε ένα βήμα πιο κοντά στο πού οφείλουμε να στρέψουμε τις ενέργειές μας, προκειμένουμε να σταματήσουμε να μιλάμε για καταστολή και να ανοίξουμε ένα διάλογο γύρω από την πρόληψη.


Οι παιδόφιλοι είναι άντρες και γυναίκες, μητέρες και πατέρες. Συγγενείς, φίλοι ή γείτονες. Πρόσωπα από όλα τα κοινωνικά στρώματα. Πρόσωπα που χρησιμοποιούν την εξουσία ως κάλυμμα. Άνθρωποι με διαστρεβλωμένη οπτική που επιθυμούν να κυριαρχήσουν και να εκφράσουν ολοκληρωτικό έλεγχο πάνω στα θύματά τους. Σκοπός τους είναι να ικανοποιούν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους για σκληρή και απάνθρωπη ηδονή και ψυχαγωγία και/ή για απληστία και χρήματα, εάν οι δράστες εκμεταλλεύονται τα θύματά τους μέσω του εμπορίου «σεξ» ή/και της παιδικής πορνογραφίας.


Αναγνωρίζοντας πως οι παιδόφιλοι δρουν σε πολλαπλά επίπεδα, θα εξετάσουμε το modus operandi τους μέσα από τρεις βασικούς άξονες: τις γνωστικές στρεβλώσεις του δράστη, τη δράση του στην κοινωνία και τέλος, την προσέγγιση προς το παιδί/θύμα.

Γνωστικές Στρεβλώσεις Δράστη

Η πρώτη κατηγορία, αφορά τον τρόπο που ο δράστης επιλέγει να προχωρήσει σε γνωστικές στρεβλώσεις της πραγματικότητας, προκειμένου να εμπλακεί με τα θύματα του χωρίς να αισθάνεται ενοχές, λύπη, αποτροπιασμό ή μεταμέλεια γι’ αυτά. Οι μηχανισμοί που κινητοποιεί στην περίπτωση αυτή, περιλαμβάνουν τη διατήρηση από πλευράς του μιας στάσης ανωτερότητας έναντι των θυμάτων, την ενοχοποίηση του θύματος και τη μετατόπιση ευθυνών σε αυτό. Επιλέγοντας να αντιμετωπίζει το θύμα ως αντικείμενο, μια συμπεριφορά που ονομάζεται «αντικειμενοποίηση», αποσκοπεί στο να εκμεταλλευτεί σεξουαλικά αθώα άτομα, χωρίς να αισθάνεται ενοχές ή τύψεις. Έτσι, προτιμά να αναφέρεται στο θύμα ως μη πρόσωπο, συχνά χρησιμοποιώντας την αντωνυμία «αυτό» αντί του ονόματος του. Η στάση του αυτή συμβάλλει στο να εξασφαλίσει πως η ευθύνη θα μεταφερθεί στο θύμα, διασφαλίζοντας πως ο ίδιος θα αποφύγει οποιαδήποτε συναισθηματική εμπλοκή που πιθανόν να εγείρει αισθήματα ντροπής, αναξιότητας ή ενοχής. Επιπλέον, οι δικαιολογίες που παρέχει στον εαυτό του αναφορικά με κακοποιητικές συμπεριφορές που μπορεί να έχει υποστεί ο ίδιος, αποσκοπούν στο να ενισχύσουν την πεποίθησή του πως ο ίδιος δεν είναι υπεύθυνος για τον πόνο που προκαλεί.


Δράση στην Κοινωνία

Το «Modus Operandi» των θυτών παρατηρείται και μέσα από τη δράση τους σε κοινωνικό επίπεδο καθώς είναι υψίστης σημασίας για τους ίδιους, να οικοδομήσουν μια ιδανική εικόνα, την οποία θα χρησιμοποιούν ως «βιτρίνα» για τη διπλή ζωή τους. Πιο συγκεκριμένα, περιβάλλοντας τους εαυτούς τους με ανθρώπους επιφανείς,που χαίρουν δημόσιας εκτίμησης και κοινωνικής αποδοχής και κερδίζοντας την εμπιστοσύνη τους, οι παιδόφιλοι μπορούν να κρύψουν τις βλαβερές και σκληρές προθέσεις τους. Γίνονται ακόμα πιο αόρατοι καθώς εκμεταλλεύονται και οικειοποιούνται τις καλές προθέσεις των άλλων ως κάλυμμα.

Ένα πολύ σημαντικό μέρος του προφίλ των δραστών αποτελεί επίσης, η καταχρηστική παιδόφιλη εξουσία ενηλίκων, ιδιαίτερα όταν έρχεται μεταμφιεσμένη σε πολλές μορφές και σε οικεία για το παιδί πλαίσια, όπως ο οικογενειακός φίλος, ένας γείτονας ή ο καθηγητής, ο γιατρός ή ακόμη και ο γονέας. Η εξουσία που ενυπάρχει σε έναν επαγγελματικό ρόλο (δάσκαλος) και η ενηλικιότητα (γονέας-παιδί), χρησιμοποιούνται συχνά, με σκοπό να συγκαλύψουν τα παιδοφιλικά σχέδια, καθώς ο παιδόφιλος είναι σε θέση να χειραγωγήσει, εκφοβίσει και να κακοποιήσει σεξουαλικά το ανήλικο θύμα του, εκμεταλλευόμενος με αθέμιτο τρόπο την εξουσία που διαθέτει στη σχέση ενήλικα-παιδιού.

Είναι εξαιρετικά σημαντικό να τονίσουμε, πως η δράση των παιδόφιλων διατρέχεται από μεθοδικό προγραμματισμό, ο οποίος περιλαμβάνει τη διαμονή σε τοποθεσίες όπου συχνάζουν παιδιά (σχολείο) και την εργασία με περιθωριοποιημένα και ευάλωτα παιδιά μονογονεϊκών οικογενειών, παιδιά μεταναστών ή παιδιά που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, κάτι που τους επιτρέπει ευκολότερη πρόσβαση και μειωμένες πιθανότητες αποκάλυψης της δράσης τους, καθώς η γονική μέριμνα είτε είναι μειωμένη είτε απουσιάζει εντελώς.


Προσέγγιση προς το Παιδί/Θύμα

Σκιαγραφώντας το προφίλ των παιδόφιλων, καλούμαστε να συμπεριλάβουμε και τα μέσα που χρησιμοποιούν ως προς την χειραγώγηση και προσέλκυση των επίδοξων θυμάτων τους. Οι παιδόφιλοι επιλέγουν σκόπιμα τα θύματά τους σύμφωνα με τις προσωπικές τους προτιμήσεις, ανά συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες, ανά φύλο ή με συγκεκριμένα φυσικά χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, παιδόφιλοι μπορεί να στοχεύουν σε βρεφικές ή νηπιακές ηλικίες, όπου η κακοποίηση δεν θα μπορεί να αποκαλυφθεί από το θύμα λόγω της μη ολοκληρωμένης ανάπτυξης λεκτικής επικοινωνίας.

Οι δράστες συνήθως, τείνουν να προσεγγίζουν τα παιδιά σταδιακά και με απότερω σκοπό να χτίσουν μια σχέση εμπιστοσύνης μαζί τους. Προκειμένου να επιτύχουν αυτούς τους διεστραμμένους σκοπούς, επιδίδονται στην επιστράτευση ποικίλων τακτικών, όπως τεχνικές «Luring-in» (δελεάσματος), τιμωρίας και στέρησης. Οι στρατηγικές αυτές προκαλούν στο παιδί ολική αποσταθεροποίηση μέσω της σύγχυσης που συνοδεύει τα συναισθήματα φόβου, τρόμου και φρίκης που βιώνει. Απώτερος σκοπός του παιδεραστή είναι το παιδί να εκλάβει τη σεξουαλική κακοποίηση ως φυσιολογική, ώστε να μην αντιστέκεται σε αυτήν και να μην την αποκαλύψει. Για το λόγο αυτό, οι παιδόφιλοι διδάσκουν στο παιδί μια διαστρεβλωμένη γλώσσα όπου χρησιμοποιούν παραπλανητικούς όρους όπως «τέρας», «γλειφιτζούρι» αναφερόμενοι στο πέος ή εκφράσεις όπως «κάνω αυτό γιατί σ’αγαπώ» ή «είναι για το καλό σου». Επιπλέον, σε περιπτώσεις όπου το παιδί εκδίδεται από το θύτη με σκοπό την οικονομική του εκμετάλλευση, η παρουσία πολλών δραστών αυξάνει τη θυματοποίηση, καθώς αναγκάζει το παιδί/θύμα να συμμορφωθεί απλώς και μόνο επειδή οι δράστες είναι υπεράριθμοι.

Στις τεχνικές «Luring-in» (δελεάσματος), τιμωρίας και στέρησης, οι παιδόφιλοι ακολουθούν μια κλιμακωτή δράση όπου όσο το παιδί αντιστέκεται, η στάση του θύτη γίνεται πιο σκληρή εώς αποτρόπαια. Τέτοιες στρατηγικές περιλαμβάνουν την παρουσία του δράστη στις καθημερινές δραστηριότητες του παιδιού, το μη παρεμβατικό άγγιγμα αλλάζοντας το σταδιακά σε σεξουαλικό άγγιγμα, την απομόνωση του παιδιού σε γεωγραφικά οικεία για το παιδί μέρη που δεν μεταφράζονται ως απειλητικά. Μια τεχνική δελεάσματος θεωρείται και ο ρόλος που ο δράστης ισχυρίζετα πως έχει αναλάβει προκειμένου να διδάξει στο παιδί/νέο για το σεξ. Επίσης, η σκόπιμη χορήγηση ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ από τον παιδόφιλο στα παιδιά, μειώνει την αντίσταση του θύματος και αυξάνει την ευαλωτότητά του στη θυματοποίηση.
Στις στρατηγικές τιμωρίας και στέρησης η κλιμάκωση της συμπεριφοράς του δράστη είναι πλέον εμφανής, καθώς οι παιδόφιλοι επιδιώκουν να κρατήσουν το θύμα τους παγιδευμένο. Εδώ συγκαταλέγονται εκφοβισμοί, απειλητικές δηλώσεις όπως «Θα σε σκοτώσω αν το πεις», συναισθηματικός εκβιασμός, αύξηση της σεξουαλικής και σωματικής βίας, πράξεις στέρησης φαγητού, νερού ή ύπνου προς το παιδί, ή πράξεις που έχουν σκοπό να προκαλέσουν υποβάθμιση και ταπείνωση στο παιδί.


Παρεμβάσεις

Λαμβάνοντας υπόψιν πως η δράση των παιδεραστών έχει ως αφετηρία της τη διείσδυση του παιδόφιλου στο οικογενειακό πριβάλλον του παιδιού και την έμμεση παράκαμψη του, οφείλουμε να ενεργοποιήσουμε μηχανισμούς και παρεμβάσεις που να κινητοποιούν τους γονείς, τους φροντιστές ή τους υπεύθυνους για το παιδί ενήλικες, προς μια κατεύθυνση άγρυπνης φροντίδας και επαγρύπνησης σχετικά με την προστασία του παιδιού και τη διασφάλιση της ψυχικής και σωματικής ευημερίας του. Οι παρακάτω προτάσεις δράσεων στοχεύουν στην ενημέρωση και ενδυνάμωση των γονέων, ώστε να γνωρίζουν σε βάθος, πώς μπορούν να προστατέψουν τα παιδιά τους, ασκώντας παράλληλα τα γονεϊκά τους καθήκοντα με συνέπεια και γνώση.

Κάποιες ενδεικτικές δράσεις είναι οι εξής:

  • Μαθαίνω στο παιδί από μικρή ηλικία να διατηρεί μια υγιή σχέση με τον εαυτό του.
  • Αναφέρομαι στα μέρη του σώματος με το όνομά τους και όχι με υπαινικτικό τρόπο ή με αυθαίρετες ορολογίες.
  • Λαμβάνω ενεργή μέριμνα για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση του παιδιού μου. Το ενημερώνω για έννοιες όπως η ισότητα των φύλων, ο σεβασμός στη σεξουαλική πράξη και η υγιής σεξουαλικότητα.
  • Του μιλάω για την έννοια της συναίνεσης και πως μπορεί να πει ΟΧΙ σε οτιδήποτε δεν επιθυμεί.
  • Αναφέρω πως οι σχέσεις υπάρχουν κατά μήκος μιας συνέχειας, που μπορεί να είναι υγιείς, παράνομες ή να βασίζονται σε κακία και του διδάσκω πως οι υγιείς σχέσεις βασίζονται στον σεβασμό των ορίων και την αυτοδιάθεση του σώματος.
  • Επενδύω στη δημιουργία σχέσης εμπιστοσύνης με το παιδί μου ώστε να νιώθει ασφάλεια να μου επικοινωνήσει οτιδήποτε το φέρει σε δύσκολη θέση.
  • Εκπαιδεύομαι στον ανοιχτό διάλογο και στην ενεργητική ακρόαση ώστε το παιδί μου να αισθάνεται πως μπορεί να μου μιλήσει ανοιχτά, να μην σιωπήσει και να νιώσει πως θα γίνει κατανοητό και αποδεκτό.
  • Αν παρατηρήσω πως κάτι δεν πηγαίνει καλά στη συμπεριφορά του παιδιού μου, δεν διστάζω να κάνω ερωτήσεις.
  • Παρατηρώ το σώμα του παιδιού μου και του εξηγώ πώς, πότε, ποιοι, για ποιο λόγο και σε ποια σημεία επιτρέπεται να το αγγίζουν πέρα από τους γονείς του.
  • Χρησιμοποιώ ψυχοεκπαιδευτικό υλικό κατάλληλο για την ηλικία του παιδιού και το γνωστικό του επίπεδο (παραμύθια, ταινίες, ζωγραφιές, εικόνες) για να κατανοήσει καλύτερα τη σημαντικότητα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, του σώματος, των ορίων του και των επιτρεπτών ή μη συμπεριφορών.
  • Ειμαι σε επαφή με τους εκπαιδευτικούς του παιδιού, τον γιατρό του και άλλους στο πεδίο δράσης του, ώστε αν παρατηρήσουν κάτι να ενημερωθώ και να δράσω άμεσα.
  • Ενημερώνω το παιδί πως υπάρχουν ένα ή δύο πρόσωπα αναφοράς, στα οποία μπορεί να απευθυνθεί με ασφάλεια και χωρίς να αισθάνεται ντροπή ή ενοχές αν του συμβεί κάτι.
  • Φροντίζω να ενημερώνομαι σχετικά με τον κύκλο φίλων ή γνωστών του παιδιού μου, να γνωρίζω πού βρίσκεται και να μπορώ να επικοινωνήσω μαζί του.
  • Θέτω όρια και περιορισμούς στη χρήση των υπολογιστών και κινητών καθώς και των social media ή/και των εφαρμογών που χρησιμοποιεί το παιδί μου και είμαι ενήμερος/η αναφορικά με τη δράση του στο διαδίκτυο και τις επαφές του.
  • Φροντίζω το παιδί μου να μην περνάει χρόνο μόνο του με ανθρώπους που δεν εμπιστεύομαι και δεν έχω γνωρίσει.

Όταν το παιδί/έφηβος μαθαίνει με τη βοήθεια του γονέα/φροντιστή του, να αναπτύσει μηχανισμούς αυτοπροστασίας απέναντι σε οποιαδήποτε ανεπιθύμητη προσπάθεια παραβίασης των ορίων του σώματος και της ψυχής του, η καθολική δήλωση που απηχεί τόσο την ενοχή όσο και την αλαζονεία του παιδεραστή και στην οποία έχει συμμορφωθεί γενικά η κοινωνία:

«Κανείς δεν θα σε πιστέψει ποτέ αν το πεις!»

δεν θα μπορεί να αποτελεί πλέον κάλυψη για καμία αρρωστημένη ενέργεια.

Αρθρογράφος
In.You Project
Κουτσοπούλου Έλενα
Ψυχολόγος, Εγκληματολόγος MSc, Συστημική-Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτρια, Ιδρύτρια In.You_Psychology

Αναδημοσίευση του άρθρου από το supermammasblog.gr, πρώτη δημοσίευση 25/10/2022.


 

Previous Post

Κακοποιητικές Σχέσεις Συνεξάρτησης

Scroll to top